Η εξέλιξη των όντων και της ζωής πάνω στη γη που έχει αποδειχθεί με την
χρονολόγηση ή αρχαιομετρία και μελέτη των απολιθωμάτων εξηγείται ως εξής:
Το σύμπαν έχει ηλικία 13,8 δις έτη. Ο
ήλιος του πλανητικού μας συστήματος έχει 5 δις έτη ηλικία. Όταν ο ήλιος ήταν περίπου
4,5 δις ετών είχε φθάσει σε κρίσιμη κατάσταση, σύμφωνα με τη μάζα του, και
εξεράγει ενώ περιεστρέφετο γύρω από τον άξονά του εκτινάσσοντας αέρια σε
διάπυρη κατάσταση τα οποία εν μέρει ετέθησαν σε περιφορά ενώ το μεγαλύτερο
μέρος (99,86%) της μάζας του ηλίου εξακολουθεί και σήμερα να υπάρχει και να
περιστρέφεται. Με την βαρυτική κατάρρευση εσχηματήσθησαν οι πλανήτες οι οποίοι
βάσει της αρχής της διατήρησης της στροφορμής περιστρέφονται γύρω από τον άξονά
τους και περιφέρονται γύρω από τον ήλιο όλοι κατά την ίδια κατεύθυνση και στο
ίδιο περίπου επίπεδο σε κυκλικές ή ελλειψοειδείς τροχιές. Η γη έχει ηλικία 4,5
δις έτη και για τα 500 πρώτα εκατομμύρια χρόνια ευρίσκετο σε διάπυρη κατάσταση.
Πριν 3,8 δις χρόνια είχε αρχίσει να ψύχεται η επιφάνεια της και να
σχηματίζονται οι πρώτες λίμνες και θάλασσες σε υψηλές θερμοκρασίες.
Τα πρώτα όντα ήταν τα κυανοβακτήρια τα
οποία ανευρίσκονται σήμερα σε πετρώματα ηλικίας 3,8 δις ετών στους λεγόμενους
στρωματόλιθους και ζουν ακόμα και σήμερα σχηματίζοντας μεγάλες αποικίες στις
άκρες των ωκεανών αποτελώντας μεγάλα στρογγυλεμένα πράσινα πετρώματα. Τα
κυανοβακτήρια δεν είχαν γένη, αρσενικό, θηλυκό, όπως δεν έχουν και τα σημερινά
βακτήρια και ήταν μονοκύτταροι οργανισμοί. Για πρώτη φορά εμφανίστηκαν τα
πολυκύτταρα όντα στον πυθμένα των θαλασσών 700 εκ. έτη πριν από σήμερα με τους
σπόγγους στους οποίους αναπτύχθηκαν τα
πρώτα μυϊκά κύτταρα. Στα 100 επόμενα εκ. χρόνια αναπτύχθηκαν τα γένη αρσενικό
θηλυκό και έχουμε τεράστια έκρηξη δημιουργίας εκατομμυρίων ειδών στη θάλασσα
και στη στεριά. Όλη η εξέλιξη αυτή πραγματοποιήθηκε με μεταλλάξεις πάνω στο DNA από
τα πρώτα κιόλας κυανοβακτήρια τα οποία είχαν απλούστατο DNA το οποίο κατασκεύαζε τις ελάχιστες
πρωτεΐνες που αποτελούσαν το περίβλημα του. Βλέπουμε από εδώ ότι χρειάστηκαν 3,1
δις έτη για να προκύψουν με τυχαίες μεταλλάξεις τα πολυκύτταρα όντα ενώ μόλις
100 εκ. έτη για να προκύψουν τα γένη και τα εκατομμύρια διαφορετικά είδη.
Το
"πρώτο όν" ενός "είδους" ζώων, φυτών κ.λπ. διαφέρει από
τους γονείς του μόνον ένα "κλικ", δηλαδή μια μη μειονεκτική μετάλλαξη
σκαλοπατιών στο DNA του σπερματοζωαρίου, ή του ωαρίου, ή και των δύο εκ των
οποίων δημιουργείται. Επομένως, έχει όλα τα ένστικτα για την διαιώνιση του
είδους του και την επιβίωση του (δηλ. έχει το ολοκληρωμένο πρόγραμμα κυτταρικών
του κατασκευών και λειτουργίας του οργανισμού) αλλιώς η μετάλλαξη θα ήταν
μειονεκτική, και ή δε θα γεννηθεί, ή δε θα επιβιώσει, ή δεν θα ζευγαρώσει ή δεν
θα τεκνοποιήσει. Κι αν κατά τύχη όλα αυτά ξεπερασθούν στην επόμενη γενιά περνά
η μειονεκτική μετάλλαξη και το μειονέκτημα θα έχει τέλος με το θάνατο του
φορέα. Όλη η εξέλιξη των όντων βασίζεται μόνο σε πλεονεκτικές μεταλλάξεις ή
έστω σε μη μειονεκτικές μεταλλάξεις, εν σειρά προστιθέμενες ή τροποποιούμενες.
Η επιλογή κατά το ζευγάρωμα παίζει επίσης μεγάλο ρόλο στην εξέλιξη των ειδών
αλλά προηγούνται απαραίτητα και απαιτούνται προηγουμένως οι μεταλλάξεις που
έχουν πολύ μεγαλύτερη σημασία. Πολλές πλεονεκτικές μεταλλάξεις χάνονται από
ατύχημα της 1ης γενεάς ή της 2ης κλπ. Επίσης, πετυχημένα είδη εκατομμυρίων ετών
χάνονται, λόγω εμφάνισης μεταλλαγμένου ανταγωνιστού ή λόγω περιβαλλοντικής αλλαγής.
Όλες οι μεταλλάξεις δεν επηρεάζουν την
ανατομία. Μπορεί να επηρεάζουν την λειτουργία ή να ανήκουν σε περιοχή άνευ
γεννητικής σημασίας, στα λεγόμενα "γενετικά σκουπίδια". Το πρώτο όν
ενός "είδους" είναι ή αρσενικό ή θηλυκό. Εν συνεχεία, διασταυρώνεται
με μέλος του αρχικού είδους εκ του οποίου μεταλλάχθηκε και τα τέκνα του
διαχωρίζονται κατά Mendel: 25% "νέο είδος", 25% "παλαιό",
50% "μιγάδες" κ.ο.κ. Μετά από δεκάδες χρόνια ξεχωρίζει πλέον το νέο
συγγενές υποείδος, ενώ το αρχικό είδος ζει παράλληλα και οι μιγάδες επίσης επ'
αόριστον. Γι' αυτό όλα τα είδη όντων έχουν πολλές φυλές ή υποείδη και ποικιλία
χαρακτηριστικών (επιπολασμός μεταλλάξεων). Δηλ. η εξέλιξη προκύπτει σαν τα
κλαδιά ενός δένδρου. Κάθε παρακλάδι είναι ένα νέο υποείδος, ενός είδους το
οποίο απομακρύνεται συνεχώς και περισσότερο γενετικά από το αρχικό με
διακλαδώσεις δηλ. με μη μειονεκτικές επόμενες μεταλλάξεις ή πλεονεκτικές δηλ.
επιβιωτικές.
Οι μη μειονεκτικές μεταλλάξεις (ή οι
πλεονεκτικές) είναι ελάχιστες εν σχέσει με τις μειονεκτικές: 1:10.000 ή και
λιγότερες, και υπολογίσθηκαν με πειράματα ακτινοβόλησης εντόμων, π.χ. πειράματα
με τις μύγες δροσόφυλλα των Francis Crick και James Watchon οι οποίοι πήραν το νόμπελ Ιατρικής το 1962 για την
ανακάλυψη του DNA.
Σημασία για την εξέλιξη έχουν μόνο οι μεταλλάξεις γεννητικών κυττάρων, πριν
σχηματίσουν το ζυγωτό ή λίγο μετά πιθανόν μέχρι το σχηματισμό του μοριδίου στον
άνθρωπο που αποτελείται από 29=512 κύτταρα δηλ. μετά τους πρώτους 9
διπλασιασμούς του ζυγωτού. Υπάρχει εν μέρει και η ικανότης επιδιόρθωσης μιας
μετάλλαξης από το υπόλοιπο κύτταρο. Η ικανότης αυτή προέκυψε ως πλεονέκτημα
επιβιωτικό για το ον με άλλες μεταλλάξεις (π.χ. λιγότεροι καρκίνοι). Όλοι
σχεδόν οι ιοί και πάρα πολλές χημικές ουσίες διοξίνες, κλοφέν, καρκινογόνες κλπ.
και οι υπεριώδεις ακτίνες προκαλούν πάρα πολλές μεταλλάξεις. Οι υπεριώδεις
ακτίνες απορροφώνται επιλεκτικά από τα σκαλοπάτια του DNA και τα αποσυνδέουν
από την “ανεμόσκαλα” του DNA,
ενώ διαπερνούν ανενόχλητα πολλές στοιβάδες κυττάρων, προερχόμενες από τον ήλιο
(2,5 υπεριώδεις ακτίνες/cm2 επιφανείας της γης στον ισημερινό/sec) και
προκαλούν μεταλλάξεις. Έτσι φεύγουν από τη θέση τους ένα ή περισσότερα
σκαλοπάτια αναλόγως της ισχύος και της γωνίας πρόσπτωσης της υπεριώδους
ακτίνας, και από το χυμό του πυρήνα του κυττάρου όπου ευρίσκονται μόρια βάσεων
κυτοσύνης, γουανίνης, ουρακίλης και θυμίνης προσκολλώνται αυτά χημικά με
αποτέλεσμα αλλαγή του είδους των σκαλοπατιών. Έτσι αλλάζει όλη η πολύπλοκη βιοχημεία
του κυττάρου διότι κάθε τρία σκαλοπάτια όταν διαχωρίζονται στη μέση κατά τη
διαδικασία της μίτωσης προσδιορίζουν ένα αμινοξύ από τα 20 διαφορετικά που
προσκολλώνται στην κάθε θέση μιας πρωτεΐνης.
Οι επιβιωτικές (πλεονεκτικές)
μεταλλάξεις εγκαθίστανται από την πρώτη και δεύτερη κιόλας γενιά και
εξαπλώνονται έτσι στους απογόνους αμέσως. Δεν απαιτούνται χιλιάδες χρόνια που
νομίζουν πολλοί θρήσκοι επιστήμονες. Και έτσι, ο χρόνος πάνω στη γη υπήρξε
υπεραρκετός για την δημιουργία της εξέλιξης των ειδών. Σε λίγα χρόνια
δημιουργείται πληθυσμός που φέρει την μετάλλαξη και το πλεονεκτικό
χαρακτηριστικό και είναι ουσιαστικά ένα νέο υποείδος πάνω στο οποίο θα
χτυπήσουν οι επόμενες επιβιωτικές και μη μεταλλάξεις.